Οδυσσέας Ναυσικά , οι βάγιες της και ...οι ημίονοι στην πορεία για την Σχερία
1910, Serov Valentin, Odysseus and Nausicaa... είσοδος στην πόλη των Φαιάκων
Ὣς ὁ μὲν ἔνθ' ἠρᾶτο πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς,
κούρην δὲ προτὶ ἄστυ φέρεν μένος ἡμιόνοιϊν.
ἡ δ' ὅτε δὴ οὗ πατρὸς ἀγακλυτὰ δώμαθ' ἵκανε,
στῆσεν ἄρ' ἐν προθύροισι· κασίγνητοι δέ μιν ἀμφὶς
ἵσταντ' ἀθανάτοισ' ἐναλίγκιοι, οἵ ῥ' ὑπ' ἀπήνης
ἡμιόνους ἔλυον ἐσθῆτά τε ἔσφερον εἴσω.
αὐτὴ δ' ἐς θάλαμον ἑὸν ἤϊε· δαῖε δέ οἱ πῦρ
γρηῢς Ἀπειραίη, θαλαμηπόλος Εὐρυμέδουσα,
τήν ποτ' Ἀπείρηθεν νέες ἤγαγον ἀμφιέλισσαι,
Ἀλκινόῳ δ' αὐτὴν γέρας ἔξελον, οὕνεκα πᾶσι 10
Φαιήκεσσιν ἄνασσε, θεοῦ δ' ὣς δῆμος ἄκουεν·
ἣ τρέφε Ναυσικάαν λευκώλενον ἐν μεγάροισιν.
ἥ οἱ πῦρ ἀνέκαιε καὶ εἴσω δόρπον ἐκόσμει.
καὶ τότ' Ὀδυσσεὺς ὦρτο πόλινδ' ἴμεν· ἀμφὶ δ' Ἀθήνη
πολλὴν ἠέρα χεῦε φίλα φρονέουσ' Ὀδυσῆϊ,
μή τις Φαιήκων μεγαθύμων ἀντιβολήσας
κερτομέοι τ' ἐπέεσσι καὶ ἐξερέοιθ' ὅτις εἴη.
ἀλλ' ὅτε δὴ ἄρ' ἔμελλε πόλιν δύσεσθαι ἐραννήν,
ἔνθα οἱ ἀντεβόλησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη
παρθενικῇ εἰκυῖα νεήνιδι κάλπιν ἐχούσῃ. 20
στῆ δὲ πρόσθ' αὐτοῦ· ὁ δ' ἀνείρετο δῖος Ὀδυσσεύς·
"ὦ τέκος, οὐκ ἄν μοι δόμον ἀνέρος ἡγήσαιο
Ἀλκινόου, ὃς τοῖσδε μετ' ἀνθρώποισιν ἀνάσσει;
καὶ γὰρ ἐγὼ ξεῖνος ταλαπείριος ἐνθάδ' ἱκάνω
τηλόθεν ἐξ ἀπίης γαίης· τῶ οὔ τινα οἶδα
ἀνθρώπων, οἳ τήνδε πόλιν καὶ ἔργα νέμονται."
·
τὸν δ' αὖτε προσέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη
"τοιγὰρ ἐγώ τοι, ξεῖνε πάτερ, δόμον, ὅν με κελεύεις,
δείξω, ἐπεί μοι πατρὸς ἀμύμονος ἐγγύθι ναίει.
ἀλλ' ἴθι σιγῇ τοῖον, ἐγὼ δ' ὁδὸν ἡγεμονεύσω, 30
μηδέ τιν' ἀνθρώπων προτιόσσεο μηδ' ἐρέεινε.
οὐ γὰρ ξείνους οἵ γε μάλ' ἀνθρώπους ἀνέχονται
οὐδ' ἀγαπαζόμενοι φιλέουσ', ὅς κ' ἄλλοθεν ἔλθῃ.
νηυσὶ θοῇσιν τοί γε πεποιθότες ὠκείῃσι
λαῖτμα μέγ' ἐκπερόωσιν, ἐπεί σφισι δῶκ' ἐνοσίχθων·
τῶν νέες ὠκεῖαι ὡς εἰ πτερὸν ἠὲ νόημα."
ὣς ἄρα φωνήσασ' ἡγήσατο Παλλὰς Ἀθήνη
καρπαλίμως· ὁ δ' ἔπειτα μετ' ἴχνια βαῖνε θεοῖο.
τὸν δ' ἄρα Φαίηκες ναυσικλυτοὶ οὐκ ἐνόησαν
ἐρχόμενον κατὰ ἄστυ διὰ σφέας· οὐ γὰρ Ἀθήνη 40
εἴα ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεός, ἥ ῥά οἱ ἀχλὺν
θεσπεσίην κατέχευε φίλα φρονέουσ' ἐνὶ θυμῷ.
θαύμαζεν δ' Ὀδυσεὺς λιμένας καὶ νῆας ἐΐσας,
αὐτῶν θ' ἡρώων ἀγορὰς καὶ τείχεα μακρά,
ὑψηλά, σκολόπεσσιν ἀρηρότα, θαῦμα ἰδέσθαι.
ἀλλ' ὅτε δὴ βασιλῆος ἀγακλυτὰ δώμαθ' ἵκοντο,
τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
"οὗτος δή τοι, ξεῖνε πάτερ, δόμος, ὅν με κελεύεις
πεφραδέμεν. δήεις δὲ διοτρεφέας βασιλῆας
δαίτην δαινυμένους· σὺ δ' ἔσω κίε μηδέ τι θυμῷ 50
τάρβει· θαρσαλέος γὰρ ἀνὴρ ἐν πᾶσιν ἀμείνων
ἔργοισιν τελέθει, εἰ καί ποθεν ἄλλοθεν ἔλθοι.
δέσποιναν μὲν πρῶτα κιχήσεαι ἐν μεγάροισιν·
Ἀρήτη δ' ὄνομ' ἐστὶν ἐπώνυμον,
η Οδύσσειας
Η υποδοχή
Ὀδυσσέως εἴσοδος εις Ἀλκίνουν Νουν . ...μετά των Απολλωνίων κλάδων και δαφνών των Ομηρικών Ραψωδιών
Η Ναυσικά ξεκινά, οι φίλες της κι ο
Οδυσσέας ακολουθούν. Το σούρουπο φτάνουν στο άλσος και ο Οδυσσέας προσεύχεται
στην Αθηνά να τον καλοδεχτούν οι Φαίακες.
Η Ναυσικά φτάνει στο παλάτι και ο Οδυσσέας
ξεκινά από το άλσος για την πόλη. Η Αθηνά εμφανίζεται στο δρόμο του με τη μορφή
νεαρού κοριτσιού και του δείχνει το δρόμο καλύπτοντάς τον με ομίχλη για να μην
αντιμετωπίσει προβλήματα με τους ιθαγενείς. Του μιλά για τους Φαίακες και την βασίλισσα Αρήτη και τον συμβουλεύει να απευθυνθεί πρώτα σ’ εκείνη .
Ο Οδυσσέας φτάνει στο παλάτι και μένει
έκθαμβος .Πλησιάζει την Αρήτη και τότε εξαφανίζεται η ομίχλη που τον σκέπαζε.
Σαστισμένοι οι θαμώνες βλέπουν τον ξένο τα γόνατα της
βασίλισσας να τυλίγει με τα χέρια του ζητώντας να τον στείλουν στην πατρίδα του. Μετά την πρώτη αμηχανία, ο Αλκίνοος προσφέρει
τη φιλοξενία του και καλεί τους άρχοντες των Φαιάκων να οργανώσουν επίσημη
υποδοχή για τον ξένο την επόμενη ημέρα, μήπως και είναι κάποιος θεός. Ο
Οδυσσέας διαβεβαιώνει πως δεν είναι θεός και επαναλαμβάνει την παράκλησή του.
Το παλάτι του Αλκίνοου
Odysseas-Alkinoos.Giovanni-Battista-Castello ,1524-1567
Μελησιγενής
Λοιπόν ξένε μου,
ΑπάντησηΔιαγραφήθα σου δείξω τον δρόμο που μου ζητάς,
Θα σου τον δείξω γιατί εκεί, εγγύθι μένει ο άμωμος πατέρας μου, βάδιζε με σιγή και εγώ θα προηγούμαι. Κανένα άλλο άνθρωπο μην κοιτάζεις και ρωτάς γιατί εδώ δεν ανέχονται αλλότριους ανθρώπους και δεν τους φιλεύουν. Στις γρήγορες νήες τους έχουν μόνο εμπιστοσύνη που κινούνται σαν φτερά σαν στοχασμός ανθρώπων και οργώνουν σε περάσματα λαίτμα τις τραχειές μεγάλες θάλασσες χάρισμα από τον ενοσίχθωνα ..
Είπε η γλαυκώπις Αθηνά φιλοφρονούσα μέσα της,
όταν εστάθη εμπρός του με την μορφή παρθενικής νεανίδος κρατούσα μία κάλπη στάμνα άνα χείρας.
Ο πολύτλας θείος Οδυσσέας τήλοθεν φθάνοντας είχε ευχηθεί και την κόρη Ναυσικά φέρανε στο άστυ το μένος των ημιόνων. Όταν εκείνη έφθασε στα περίκλυτα δωμάτια του πατρός στα πρόθυρα εστάθη , οι δε αδελφοί της , όμοιοι με αθανάτους από την άμαξα τους ημίονους έλυσαν και την εσθήτα έφεραν εντός .
Πηγαίνοντας στον θάλαμο της, η γραία Ηπειρώτισσα Ευρυμέδουσα, από την γη των Ηπειρωτών γέρας στον Αλκίνοο την φέρανε αμφίκυρτες νήες , άναβε το πυρ και το δόρπο δείπνο εκοσμούσε.
Εθαύμαζε ο Οδυσσέας περιπατώντας το σούρουπο τυλιγμένος στην θεσπέσια αχλύν , προστατευτική ομίχλη της καλλίκομης δεινής Αθηνάς, τα λιμάνια , τις ίσιες νήες , τις αγορές των ηρώων, τα τείχη τα μακρά, τα υψηλά με σκόπελους αρμοσμένα , θαύμα είναι να τα βλέπεις.
Όταν έφθασε στα αγακλυτά δώματα του βασιλέος
η Αθηνά μύθους άρχισε να του λέει,
Λοιπόν ξένε μου, τον δρόμο που γυρεύεις θα σου δείξω τεφραδέμεν ,με ευφράδεια και θα δεις διοτρεφείς βασιλείς και συνδαιτημόνες
Εσύ μέσα πήγαινε και μην τρομάξεις καθόλου γιατί θαρρετός ανήρ όλα τα καλύτερα έργα τελεύει, τι και αν έχει έρθει από αλλού. Την δέσποινα πρώτα στο μέγαρο να συναντήσεις, την Αρετή, που το όνομα της είναι επώνυμο….
Λοιπόν ξένε επισκέπτη μου ,
Τώρα, εδώ που έφθασες ,ναυαγισμένος νους από περιπλανήσεις πολλές ταλαιπωρημένος
εδώ στην πλούσια Σχερία
τόσο έμπειρος που έγινες και μετρημένος
Ήδη θα καταλάβες …… Φαίακες τι σημαίνουν.
Γνωρίζεις τι πρέπει να κάνεις, που θα απευθυνθείς πρώτα, τι θα πεις, πότε και πως…
Λοιπόν ξένε μου.............