Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009

Τ. Η κάθοδος του Πνεύματος

 
Ιθάκη, το παλάτι του Οδυσσέα


Τ. Τα Νίπτρα!
...στο λουτρό, πλένοντας τα πόδια του Οδυσσέα, η Ευρύκλεια ,
τον αναγνωρίζει και λέει το όνομα του!
Η Πηνελόπη, μοιράζεται το όνειρο της,
την κάθοδο του Αετού, στις 20 χήνες
και ο Οδυσσέας το ερμηνεύει
σαν σημάδι του γυρισμού...

Νίψτε τον τώρα, κοπελιές, και στρώστε του κλινάρι
με μαλακά παπλώματα και χράμια και φλοκάτες,
που ως τη χρυσόθρονην Αυγή να χαίρετ' από ζέστα.
320
Και λούστε τον κι αλείψτε τον, άμα γλυκοχαράξη,
να πάη με τον Τηλέμαχο στο γέμα να καθίση
μες στο παλάτι. Θά το βρούν πικρό οι κακοί μνηστήρες,
που να κακοκαρδίζουνε τον ξένο πάντα θέλουν,
μα αυτοί πια δε θα δύνουνται να κάμουν τα δικά τους,

όσο αν θυμώνουνε. Και πως, ώ ξένε, εσύ θα μάθης,
325
εγώ αν τις άλλες ξεπερνώ στα φρένα και στη γνώση,
στα δείπνα μας αν κάθεσαι λερός, κακοντυμένος,
μες στο παλάτι; των θνητών οι μέρες είναι λίγες·
όποιος μας φαίνεται άσπλαχνος κι έχει άσπλαχνη τη γνώμη,
όλοι οι ανθρώποι και σα ζη τον καταριούνται ετούτον,
330
και σαν πεθάνη, τον γελούν και τον καταφρονούνε.
Πάλε, όποιος φαίνεται γλυκός, κι έχει γλυκειά τη γνώμη,
η δόξα του ως τα πέρατα σκορπιέται από τους ξένους,
κι όλος ο κόσμος εκεινού καλό όνομα του δίνει.»
335
Και γύρισε ο πολύβουλος Δυσσέας και της είπε·
«Γυναίκα πολυσέβαστη του τέκνου του Λαέρτη,
σιχάθηκα τις μαλακές φλοκάτες και τα χράμια,
όταν της Κρήτης τα βουνά τα χιονισμένα αφήκα,
και βγήκα με μακρόκουπο καράβι στα πελάγη.
340
Κάλλιο ας πλαγιάσω σαν και πριν, που ολόνυχτα αγρυπνούσα·
340
πόσες νυχτιές δεν πέρασα στο φτωχικό κλινάρι,
τη χρυσοθρόνιαστην Αυγή προσμένοντας να φέξη.
Κι ουδέ το ποδοπλύσιμο δεν το ζητάει η καρδιά μου,
ουδέ καμιά το πόδι μου γυναίκα δε θ' αγγίξη,
345
απ' όσες μες τους πύργους σου βρίσκουντ' εδώ δουλεύτρες,
εξόν κάποια γερόντισσα καλή και τιμημένη,
ά βρίσκεται, που νά 'παθεν όσα κι εγώ η καρδιά της.
Εκείνη θα την άφηνα τα πόδια μου ν' αγγίξη.»
Κι η Πηνελόπη η φρόνιμη του λέει· «Ώ φίλε ξένε,
350
τι ξένος απ' τα μακρινά σ' αυτό εδώ το παλάτι
τόσο σοφός κι αγαπητός άλλος ποτές δεν ήρθε,
με τόση γλύκα εσύ τα λες και τ' αρμηνεύεις όλα.
Τώρα έχω εγώ γερόντισσα με νου γεμάτο γνώση,
αυτή που γλυκανάθρεψε το δύστυχο μου ρήγα,
355
κι από της μάνας την κοιλιά τα χέρια της τον πήραν.
Εκείνη, αν κι είναι αλλοίμονη, τα πόδια θα σου πλύνη.
Σήκου καλή μου Ευρύκλεια, του αφέντη σου να νίψης
το συνομίληκο. Πού πια κι εκείνος τώρα θά 'ναιμε τού
τον και στα χέρια του παρόμοιος και στα πόδια.
360
Γιατ' οι ανθρώποι γλήγορα γεράζουνε στα πάθια.»
Σκέπασε τότες η γριά την όψη με τα χέρια,
και δάκρυα χύνοντας θερμά παραπονέθη κι είπε·
«Ωχού, παιδάκι μου, εγώ πια απελπίστηκα για σένα·

περίσσια ο Δίας σ' οργίστηκε μ' όλη τη θεοφοβιά σου.
365
Γιατί άλλος του βροντόχαρου του Δία θνητός κανένας
δεν έκαψε παχιά μεριά μηδ' εκατόβοδα ώρια,
παρ' όσα εσύ του πρόσφερνες, με προσευκές ζητώντας
αναπαμένα γερατειά, και του παιδιού σου χρόνια.
Και τώρα εσένα μοναχά το γυρισμό σου αρνήθη.
370
Έτσι μ' εκείνον θά 'παιζαν στην ξενιτειά οι γυναίκες,
σαν έμπαινε στα λαμπερά παλάτια των αρχόντων,
σαν που με σένα εδώ γελούν οι σκύλες τώρα εδαύτες.
Μη θέλοντας εσύ κακές ν' ακούς βρισιές, αρνιέσαιτο πλύσιμο,
κι εμένανε προστάζει, την πιστή της,
375
η Πηνελόπη η φρόνιμη του Ικάριου η θυγατέρα.
Τά πόδια θα σου πλύνω εγώ για κείνη και για σένα,
τι ξάφνω μες τα στήθια μου πολλοί καημοί ξυπνήσαν.
Και τώρα πρόσεξέ μου αυτό που να σου πω εγώ θέλω.
Ξένοι πολλοί πλανήθηκαν κι ήρθαν εδώ, μα ακόμα
380
κανένα δεν αντάμωσα να μοιάζη του Οδυσσέα,
όσο στο σώμα, στη φωνή, στα πόδια εσύ του μοιάζεις.»
Τότε γυρνά ο πολύβουλος Δυσσέας και της κρένει·
«Αυτό, ώ γριά, μας είπανε κι όσοι τους δυό μας είδαν,
πως ένας με τον άλλονε πολύ 'χαμε μοιασίδι,
385
καθώς δα τό 'νιωσες κι εσύ, και φανερά μου τό 'πες.»
Είπε, και πήρε ολόλαμπρο τότ' η γριά λεβέτι,
καλό για ποδοπλύσιμο, κι έβαλε πολύ κρύο
νερό, κατόπι και ζεστό. Και κάθισε ο Δυσσέας
λίγο παράμερα της στιάς, γερτός προς το σκοτάδι,
390
τι τού 'ρθε φόβος άξαφνα μην τύχη και γνωρίση
το λάβωμα του ψάχνοντας, και όλα τα φανερώση.
Σιμώνει τότες η γριά το ρήγα της να πλύνη,
και πλένοντάς τον ένιωσε το λάβωμα που
κάπροςμε τ' άσπρο δόντι μιά φορά στο πόδι τού 'χε ανοίξει,
395
σαν ήρθε νέος στον Παρνασσό, της μάνας του τον κύρη,
το δοξασμένο Αυτόλυκο να δη με τα παιδιά του,
πού 'τανε πρώτος των θνητών σε πονηριές και σ' όρκους,
του θεού του Ερμή χαρίσματα τι είχε πολλά απ' εκείνον
καλά γιδιών κι αρνιών μεριά ο θεός Ερμής, και πάνταμε
αγάπη τον συνόδευε και προθυμιά μεγάλη.

Αυτό το λάβωμα άγγιξε και γνώρισε η γριούλα,
κι αφήκε ευτύς το πόδι του να πέση, και το πόδι
μες στο λεβέτι γλίστρησε, και βρόντηξε ο χαλκός του,
470
κι από την άλλην έγειρε, και τα νερά χυθήκαν.
Χαρά συνάμα και καημός το νου της συνεπήρε,
τα μάτια της δακρύσανε, και κόπηκε η φωνή της.
Και το πηγούνι πιάνοντας του Οδυσσέα, του είπε·

«Είσαι ο Δυσσέας, παιδάκι μου, και δε σ' είχα γνωρίσει,
475
παρά καλά σαν έψαξα του αφέντη μου το σώμα.»
Είπε, και γύρισε ματιά κατά την Πηνελόπη,
να φανερώση θέλοντας πως μέσα 'ναι ο καλός της.
Μα αυτή να δη δε δύνονταν αντίκρυ και να νιώση,
τι η Αθηνά της γύριζεν αλλού το λογισμό της.
480
Τότε ο Δυσσέας απ' το λαιμό με το δεξί την πιάνει,
και πλάγι του τραβώντας την με τ' άλλο, αυτά της λέει·
«Νά μ' αφανίσης και καλά ζητάς εσύ, μανούλα;
Τάχα σ' αυτό σου το βυζί δε μ' έθρεψες; και τώρατ
όσα σαν έπαθα, γυρνώ στα είκοσι τα χρόνια
485
στον τόπο μου. Αφού μ' ένιωσες με κάποιου θεού βοήθεια,
σώπα, μην τύχη κι ακουστή κι απ' άλλον εδώ μέσα.
Γιατί άκουσε τι θα σου πω, κι ό,τι εγώ πω τελειέται·
αν ο θεός τους ξέλαμπρους μνηστήρες μου δαμάση,
κι εσένα δε θα λυπηθώ, βυζάστρα μου κι αν είσαι,
490
την ώρα που τις άλλες μου τις δούλες θα σκοτώνω.»
Κι η Ευρύκλεια τότε η γνωστικιά του απάντησε και του είπε·
«Τί λόγο από τ' αχείλι σου ξεστόμισες, παιδί μου;
Ξέρεις πως είναι ασάλευτη κι αλύγιστη η ψυχή μου,
και θά 'ναι σαν το σίδερο και το στεριό λιθάρι,
495
Κι άλλο έν' ακόμα θα σου πω, και βάλ' το μες στο νου σου·
αν ο θεός τους ξέλαμπρους μνηστήρες σου δαμάση,
κάθε γυναίκα του σπιτιού θα σου την ιστορήσω,
ποιές άτιμα σου φέρνουνται και ποιές δεν έχουν κρίμα.»

Και τότες ο πολύβουλος Δυσσέας απολογήθη·
500
«Τί θα μου πής, μανούλα, εσύ γι' αυτές; δεν είναι ανάγκη·
500
μονάχος μου την καθεμιά θα νιώσω και θα μάθω.

Μον' σώπαινε, και στους θεούς ν' αφήσης τη φροντίδα.»Κι απ' τα παλάτια διάβηκε η γριά για να του φέρη
νερό για ποδοπλύσιμο, που χύθηκε όλο τ' άλλο.
505
Κι αφού καλά τον έπλυνε και του άλειψε το λάδι,
προς τη φωτιά τότε έσυρε ο Δυσσέας το κάθισμά του,
και με κουρέλια σκέπασε το λαβωμένο πόδι.
Κι αρχίνησεν η γνωστικιά να κρένη Πηνελόπη·

Και γύρισε ο πολύβουλος Δυσσέας και της είπε·
«Γυναίκα σεβαστή του γιού του Λαέρτη, του Οδυσσέα,
τέτοιον αγώνα μην αργής στους πύργους σου να βάλης·
585
γιατί θά 'ναι ο πολύβουλος Δυσσέας εδώ φτασμένος,
πριν το δοξάρι πιάνοντας αυτοί τ' ωριοφτιασμένο,
τεντώσουνε την κόρδα του, και ρίξουν μες στ' αξίνια».
.
Ποιος έχει καθαρά... πόδια;
.
Οι πολεμιστές της Λάϊον
στον ποταμό της γνώσης... του Ομήρου
21ος Αιών

7 σχόλια:

  1. Είμαστε έτοιμοι για την Δοκιμασία του Τόξου... και την Ώρα της αληθινής οργής δεν θα την σπαταλήσουμε σε ανώφελα πυροτεχνήματα αγανάκτησης! Το πανάρχαιο Τόξο τού Ευρύτου, μόνο Ένας μπορεί να το λυγίσει... γιατί τόσα χρόνια δεν καθόταν αργός και άπραγος, αλλά Ταξίδευε και Μάθαινε, όταν οι Άλλοι -αλληλοδιάδοχοι Μνηστήρες τής Εξουσίας- το μόνο που ήξεραν να κάνουν ήταν να Διασκεδάζουν και να Κατασπαταλούν ό,τι δεν τους ανήκε!
    ΚΑΛΗ ΔΥΝΑΜΗ ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ...όμως
    .... οι μνηστήρες δεν ήταν 20;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Είμαστε έτοιμοι για την Δοκιμασία του Τόξου... και την Ώρα της αληθινής οργής δεν θα την σπαταλήσουμε σε ανώφελα πυροτεχνήματα αγανάκτησης!

    Έτσι ακριβώς!
    Χρειάζεται, μέτρο, περίσκεψη, στρατηγική, σοφία, ευφυία, υπέρβαση, ενότητα των υγιών φορέων και δυνάμεων, ομοψυχία,αυτογνωσία, εθνική ταυτότητα, αλλά και πνεύμα συνεργασίας με του άλλους λαούς, γιατί είναι πλέον μια παγκόσμια υπόθεση και μια κοινή μοίρα,
    που μας αφορά όλους.

    Αυτός ο ΕΝΑΣ, γίνεται πια
    πολλοί, που συνειδητοποιούν πόσο τους... έχουν κλέψει ΤΗΝ ΖΩΗ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. οι μνηστήρες δεν ήταν 20;

    Ίσως να αναφέρεται ο Όμηρος,
    στους 20 "χηνωτούς" αιώνες,
    "που τρώνε και πίνουν",
    οι 2 αρχιμνηστήρες,
    ο Αντίνοος και Ο Ευρύμαχος,
    σε μυτικά τραπέζια με τους υπολοιπους....
    αλληλοευλογώντας τα γένεια τους και τις εξουσίες τους...

    Καλή δύναμη...σε όλους μας,
    ... ως το τέλος
    και καλό εύστοχο χειρισμό
    ...του Τόξου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. καθαρια ψυχή, καθαρια βήματα την πορεύουν..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Καθαρά πόδια,
    καθαρή ψυχή,
    διαυγής νους!!

    Στο τελευταίο σταθμό του Οδυσσέα,
    τα Νίπτρα, συμβολίζουν και την συμφιλίωση με τον Ποσειδώνα και την σωστή τοποθέτηση του.

    Τον Ποσείδωνα,των Ιχθύων,
    που κυβερνά τις άγριες θαλασσες του νου, με τα όλογα κύματα του, τους ωκεανούς του Άγνωστου Ναγουάλ, την μεγάλη ομίχλη, τις αυταπάτες, τις ψευδαισθήσεις και έχει το ενεργειακό του κέντρο,
    στα πέλματα,
    εκεί που πέφτει η ενέργεια μας, από το τρόπο της ζωής μας
    και την ληστρική αρπαγή των μνηστήρων της ζωής μας,
    εσωτερικών και εξωτερικών
    ακολουθώντας την Πτώση....;)

    Καλησπέρα,
    Φωτεινό και Καθαρό κορίτσι!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Για την προάσπιση της σκέψης και του λόγου!
    Τα πόδια που πλένει ο Οδυσσέας στα Νίπτρα για να είναι καθαρά μέχρι την δοκιμασία του Τόξου.
    Τα κόλπα του πνεύματος είναι τα διοσημικά συγχρονιστικά φαινόμενα και γεγονότα και η ερμηνεία τους ανήκει στον Λόγο του Ερμή...που ερμηνεύει!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Γιατί δεν γίνεσαι η αλλαγή... που θέλεις να δεις στον κόσμο;